Aγώνας για μια Κοινωνική Δημοκρατική Ευρώπη, εμβάθυνση της Ενοποίησης, μονόδρομος η πορεία εντός της Ε.Ε., κριτική στήριξη ΣΥΡΙΖΑ
Εντός ολίγου χρόνου θα κληθούμε να επιλέξουμε τους αντιπροσώπους μας στο Ευρωκοινοβούλιο. Αυτό όμως που αμέσως διαπιστώνουμε, είναι η παντελής σχεδόν έλλειψη συζήτησης επί της ουσίας των εκλογών αυτών, πέραν των γενικοτήτων που τα «προγράμματα» των υπολοίπων κομμάτων αναμασούν σε κάθε εκλογή, είτε αυτή είναι εθνική, είτε ευρωπαϊκή είτε ενίοτε και σε εκλογές συνδικαλιστικών οργάνων.
Το θέμα όμως των ευρωεκλογών είναι ιδιαίτερα κρίσιμο, καθόσον η μοίρα των χωρών εξαρτάται κατά μέγιστο βαθμό από αποφάσεις που λαμβάνονται σε κεντρικό ευρωπαϊκό επίπεδο. Δυστυχώς όμως τα υπόλοιπα κόμματα, είτε από άγνοια, είτε γιατί «αυτό πουλάει καλλίτερα», αναλίσκονται σε συνθήματα μακράν των στρατηγικών που οφείλουμε να ασκήσουμε ως χώρα τόσο για το μέλλον το δικό μας όσο και για το ίδιο το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, ζητήματα πλέον στενά συνυφασμένα.
Με βάση τους ισχύοντες θεσμούς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συζητά και θεσπίζει ευρωπαϊκούς νόμους και ελέγχει όλα τα όργανα της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αυτού δηλαδή που, εκτός των άλλων, «συντονίζει τις οικονομικές πολιτικές των χωρών – μελών της Ε.Ε. και χαράσσει την (κοινή) εξωτερική πολιτική και την (κοινή) πολιτική άμυνας της Ε.Ε.». Είναι όμως απολύτως προφανές πως το «Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» σε καμία από τις παραπάνω λειτουργίες του δεν φαίνεται να θεωρεί ότι υπάρχει για κάτι το κοινό, αντίθετα χρησιμοποιείται συχνά προσχηματικά για την επιβολή νόμων και κανόνων που λειτουργούν προς την απολύτως αντίθετη κατεύθυνση. Δεν δείχνει να λειτουργεί, με άλλα λόγια, για την προώθηση της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης ή έστω μιας κάποιας Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, παρά για την αποκομιδή κερδών από τα ισχυρότερα κράτη.
Η ως σήμερα ασκούμενη πολιτική δείχνει μια μονεταριστική αντίληψη της οικονομίας, με βασικό όργανο άσκησης πολιτικής την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που έχει καταστεί πολιτικά ανεξέλεγκτη. Το πρακτικό αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι η ευνόηση των πλούσιων χωρών του Βορρά και ειδικά της Γερμανίας, σε βάρος των χωρών του Νότου. Συντελώντας ουσιαστικά σε μια αποδόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφήνοντας ελεύθερες τις υποθέσεις διάλυσης ή διάσπασης υπό τύπον μιας νέας «Γιάλτας», που θεωρούμε και το πιθανότερο υπό το πρίσμα των ήδη διαμορφούμενων αλλά και επισπευδόμενων διεθνών συνθηκών.
Κλασσικό παράδειγμα των παραπάνω το ζήτημα του κοινού νομίσματος. Αντί να λειτουργήσει ως παράγων εμβάθυνσης της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, οδηγώντας σε κοινή οικονομική πολιτική, που σημαίνει και κοινή πολιτική πρακτική, κοινή κοινωνική πρόνοια, κοινούς όρους εργασίας και καταμερισμού εργασίας, κοινούς όρους αμοιβής των εργαζομένων κ.λπ., οδηγηθήκαμε σε καταμερισμό παραγωγικών αρμοδιοτήτων που καταδήλως εξυπηρετεί τα οικονομικά συμφέροντα των πλουσιοτέρων κρατών, ενώ με τις διαδικασίες “σωτηρίας” η εξάρτηση των φτωχότερων βαθαίνει, ιδιαιτέρως όταν εξ αυτού του λόγου τα κράτη αυτά χάσουν τις παλαιότερες παραγωγικές τους δομές. Η περίπτωση της Ελλάδας είναι το τραγικότερο παράδειγμα.
Είναι προφανές ότι η ύπαρξη κοινού νομίσματος χωρίς την ύπαρξη κοινής οικονομικής πολιτικής αποτελεί βασικό μεθοδολογικό λάθος. Η μέχρι σήμερα πρακτική της Ε.Ε. μετά την υιοθέτηση κοινού νομίσματος αντί να οδηγήσει στην περαιτέρω ενοποίηση, οδηγεί στην περαιτέρω εξάρτηση των λιγότερο ανεπτυγμένων κρατών από τα ισχυρότερα.
Η παρούσα κατάσταση της αδυναμίας μιας σειράς κρατών να ασκήσουν πίεση προς αλλαγή οικονομικής – κοινωνικής πολιτικής της Ένωσης, συρόμενα πίσω από τις αποφάσεις της κυρίαρχης Γερμανίας, μετά ειδικά και την εξαφάνιση της Γαλλίας ως διαμορφωτή πολιτικής και την αδιαφορία της ήδη νεοφιλελεύθερης Αγγλίας, οδηγεί σε μια ανεξέλεγκτη κυριαρχία του ενός έναντι όλων.
Η πολιτική που έχει επιβληθεί σε όλη πλέον την Ευρώπη, αυτή της «εσωτερικής υποτίμησης», είναι αυτή που εξυπηρετεί την Γερμανία περισσότερο, αδιαφορώντας για τις περί του αντιθέτου προτροπές τόσο από πλευράς ΔΝΤ όσο και από πλευράς ΗΠΑ. Η πολιτική αυτή δείχνει να έχει βραχυπρόθεσμα οφέλη για την ισχυρή χώρα της ΕΕ, αλλά τελικά μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφή και την ίδια, αφού προηγουμένως θα έχει καταστρέψει όλες τις άλλες χώρες τις Ένωσης.
Ας πάρουμε τώρα το Συμβούλιο της Ε.Ε., το οποίο υποτίθεται πως ελέγχεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Τι είδους οικονομικό συντονισμό όμως μπορεί να κάνει υπό τις παρούσες συνθήκες οικονομικής και πολιτικής διάρθρωσης της Ευρώπης; Όσον αφορά δε τη «χάραξη κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής άμυνας της Ε.Ε.», εδώ τα πράγματα γίνονται κωμικοτραγικά. Η παραμεθόρια της Ευρώπης Ελλάδα πληρώνει τον εξοπλισμό της για την άμυνά της, αλλά και την άμυνα της Ε.Ε., αγοράζει μάλιστα και τον εξοπλισμό αυτόν από κράτη της Ε.Ε. προς τα οποία υπερχρεώνεται, ενώ συγχρόνως τα υποστηρίζει με τον στρατό της. Αυτά πάντα υπό τον έλεγχο που δήθεν ασκείται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Είναι σαφές πως η Ευρώπη βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή. Οι συνθήκες εκβιάζουν το μέλλον της. Τα ευρωπαϊκά κράτη οδηγήθηκαν σε μια πρώτη μορφή ενότητας και συνεργασίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – με την τότε ΕΟΚ – για να αποφύγουν μελλοντικούς πολέμους. Οδηγήθηκαν στη συνέχεια –ίσως εκόντα άκοντα– σε κοινό νόμισμα, για να εκβιαστεί η περαιτέρω πολιτική ενοποίησή τους. Τώρα κινδυνεύουν να τα χάσουν όλα, εξαιτίας της φανερής προσπάθειας αναβίωσης παλαιότερων εξουσιαστικών επιδιώξεων από μέρους ορισμένων κρατών της. Τα κράτη της νότιας Ευρώπης δεν μπορούν υπό τις επικρατούσες συνθήκες να συνεχίσουν να υποστηρίζουν αυτήν τη δήθεν Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ευρώπη δεν έχει πλέον έτσι παρά μόνο δύο προοπτικές: ή να διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη, χάνοντας όμως έτσι και ό,τι μέχρι τώρα έχει επιτευχθεί –συμπεριλαμβανομένης της ειρήνης– ή να ενοποιηθεί πολιτικά και οικονομικά.
Από τις δύο παραπάνω προοπτικές της Ε.Ε. θεωρούμε ως μονόδρομο τη δεύτερη, αυτήν της πλήρους πολιτικής και οικονομικής ενοποίησής της. Είναι σαφές πως στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο και εξόχως ανταγωνιστικό οικονομικό τοπίο, τα επί μέρους κράτη της δεν μπορούν να υπάρξουν μόνα τους. Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθίσταται έτσι σήμερα ιστορικά κρίσιμος.
Δυστυχώς οι μέχρι τώρα διακηρύξεις των κομμάτων όχι μόνο βρίσκονται μακριά από τα πραγματικά ζητούμενα, αλλά είναι και αποπροσανατολιστικές. Αυτό οφείλεται, στην καλλίτερη περίπτωση, στην αγωνία τους να προσελκύσουν ψηφοφόρους με εντυπωσιακά και εύπεπτα συνθήματα, ενώ στη χειρότερη περίπτωση, σε συνειδητή προσπάθεια αποπροσανατολισμού και παραπληροφόρησης των πολιτών.
Χρησιμοποιούνται ψευδεπίγραφα οι όροι σοσιαλισμός, φιλελευθερισμός, κέντρο, δεξιά και αριστερά, σε σημείο να πιστεύουμε πως μήτε και αυτοί οι ίδιοι οι χρήστες τους κατανοούν. Για δε τη σχέση μας με την «Ευρώπη» και τη σημερινή οικονομική αλλά πρωτίστως πολιτική κρίση, οι διακηρύξεις επενδύουν στα ασαφούς περιεχομένου συνθήματα περί αποδοχής ή μη αποδοχής του/των «μνημονίων». Το να μην αποδέχεσαι όμως τους όρους των δανειστών σου σημαίνει πως προτάσσεις άλλη οικονομική και αναπτυξιακή πολιτική και προγραμματίζεις άσκηση συγκεκριμένης πολιτικής στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ε.Ε., που εξακολουθούμε να αποτελούμε μέρος. Αλλά και αν ακόμα προτάσσεις την έξοδο από αυτήν την Ε.Ε. οφείλεις να εξηγήσεις το πώς θα πορευτείς στο μέλλον εντός του ολοένα και περισσότερο ανταγωνιστικού, αν όχι επιθετικού, διεθνούς τοπίου, ειδάλλως συνθηματολογείς είτε ανόητα είτε εκ του πονηρού και με μυστική πολιτική (και οικονομική) ατζέντα.
Το να υπόσχεσαι καταπολέμηση της ανεργίας και της φτώχειας, σημαίνει πως προτάσσεις συγκεκριμένη αναπτυξιακή στρατηγική και συνακόλουθα την άσκησης συγκεκριμένης πολιτικής. Το να αναφέρεσαι γενικά σε «Ευρώπη των λαών και όχι του κεφαλαίου», οφείλεις να εξηγήσεις τι ακριβώς σημαίνει αυτό και πώς θα το επιτύχεις, οφείλεις να εξαγγείλεις συγκεκριμένες προτάσεις και στρατηγικές.
Αντιπροσώπους μας όμως στο ευρωκοινοβούλιο οφείλουμε να στείλουμε. Έτσι, παρ’ όλες τις αμφιβολίες μας εξ’ αιτίας του γενικόλογου και σκοπίμως ίσως ασαφούς και μη επεξηγηματικού προγράμματός του, στο ΣΥΡΙΖΑ διακρίνουμε μια θετικά κριτική στάση απέναντι στις επικρατούσες εγχώριες και διεθνείς πολιτικές συνθήκες, στάση που δεν είναι τουλάχιστον τόσο ανόητα εκπεφρασμένη όπως στις άλλες αντιμνημονιακές ή δήθεν αντιμνημονιακές πολιτικές παρατάξεις.
Στο σημερινό πολιτικό προσκήνιο έχουμε από τη μια μεριά τα επικρατούντα κόμματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, αλλά και τα συνακόλουθά τους – αναφερόμαστε σε αυτά που δημιουργήθηκαν εκόντα άκοντα για την υποστήριξή τους- που υπακούουν άκριτα και τυφλά σε έξωθεν εντολές και από την άλλη τα «αντιμνημονιακά», που προτάσσουν είτε την «έξοδο από το ευρώ», είτε την «έξοδο από την Ευρώπη», είτε και τα δύο μαζί, χωρίς όμως να εξηγούν μήτε τις συνέπειες μήτε τα οφέλη από κάτι τέτοιο, μήτε και τις προϋποθέσεις του πως θα πορευθούμε αυτόνομοι και αυτοδύναμοι. Θέλουμε να πιστεύουμε πως οι μαξιμαλιστικές θέσεις των αντιμνημονιακών ή δήθεν αντιμνημονιακών αυτών κομμάτων, οφείλονται σε άγνοια των διεθνών συνθηκών και όχι σε καλυπτόμενες στρατηγικές άγνωστων πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων.
Τασσόμαστε έτσι υπέρ του διατήρησης της Συμμαχίας μας με το ΣΥΡΙΖΑ και καλούμε στην υπερψήφιση του ευρωψηφοδελτίου του, καθόσον το πρόγραμμά του θεωρούμε πως αφήνει περιθώρια αναζήτησης λύσεων προς πάσα κατεύθυνση, λύσεων προς το συμφέρον τόσο της χώρας μας όσο και της ίδιας της Ευρώπης.
Μάλιστα οι εσωτερικές αντινομίες και συγκρούσεις που παρατηρούνται σήμερα μεταξύ των μελών του κόμματος αυτού, θέλουμε να πιστεύουμε πως αποτελούν δείγμα υγιούς πολιτικής διεργασίας: δεν οδηγούν σε μαξιμαλιστικά συνθήματα -τύπου μέσα ή έξω από το ευρώ, μέσα ή έξω από την Ευρώπη- αλλά ανοίγουν τα ζητήματα προς ουσιαστικές πολιτικές διεργασίες και στρατηγικές, μέσα στα πλαίσια της Ε.Ε., χωρίς όμως άκριτες προϋποθέσεις και ταμπού.
Άλλωστε αποτελούμε μέρος αυτής Ευρώπης, με ιδιαίτερη μάλιστα γεωπολιτική σημασία και οι τύχες μας είναι πλέον κοινές. Παρότι τα περιθώρια επηρεασμού της πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ, προς την κατεύθυνση των παραπάνω επισημάνσεων είναι περιορισμένα και χωρίς να έχουμε έτσι την ευθύνη των αποφάσεών της, θέλουμε να πιστεύουμε πως υποστηρίζοντας κριτικά το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ, οι ελπίδες μας προς μια ουσιαστική συμμετοχή μας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, για το καλό της Πατρίδας μας, δεν θα αποδειχθούν χίμαιρες.
Το Εθνικό Συμβούλιο της Ένωσης Δημοκρατικού Κέντρου
Πρόσφατα σχόλια